Λίγο μετά την επίσκεψη του Αλέξη Τσίπρα στον ΟΠΑΠ, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος κ. Κεδίκογλου κατηγόρησε τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης ότι έχει εμμονές σε «ξεπερασμένες κρατικιστικές αντιλήψεις» και ότι «βλέπει παντού φαντάσματα». Πάσχει στ’ αλήθεια ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ από σοβαρές ιδεολογικές αγκυλώσεις ή κάποιο λάκκο έχει η φάβα στην περίπτωση της αποκρατικοποίησης του ΟΠΑΠ; Η αλήθεια είναι ότι οι λάκκοι είναι δύο.
Πηγή εσόδων
Ο ΟΠΑΠ αποτελούσε για το κράτος σημαντική πηγή εσόδων. Μόνο από το 2006 και μετά η επιχείρηση προσέφερε στο κράτος ετησίως σταθερά πάνω από 120 εκ. ευρώ σε μερίσματα για τις μετοχές που κατείχε (34%), με καλύτερη «σοδειά» αυτή του 2008 και έσοδα πάνω από 180 εκ. (τα ποσά αυτά προκύπτουν αφού αφαιρεθούν όλοι οι φόροι, ακόμη και ο φόρος μερισμάτων, ο οποίος θεωρητικά θα αποδιδόταν στο κράτος). Η επιχείρηση δεν επιχορηγείτο και δεν χρωστούσε στο κράτος. Αντίθετα, είχε μεγάλη κερδοφορία και κεφαλαιοποίηση (τις μεγαλύτερες στο ΧΑΑ για το 2011 και τη μεγαλύτερη κερδοφορία στον κλάδο της στην Ευρώπη μεταξύ των εισηγμένων εταιρειών). Το δε μισθολογικό κόστος της επιχείρησης ανέρχεται σε μόλις 1% του τζίρου της (1.000 εργαζόμενοι, από τους οποίους οι παραπάνω από 700 με ατομικές συμβάσεις εργασίας).
Για τα στοιχεία αυτά ήταν φυσικά ενήμεροι και ο πρώην αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και νυν πρωθυπουργός κ. Σαμαράς και ο παλιός πρόεδρος του ΤΑΙΠΕΔ κ. Κουκιάδης. Και οι δύο τους είναι γνωστοί για το ότι δεν πάσχουν από κρατικιστικές αγκυλώσεις του παρελθόντος και, παρ' όλα αυτά, διατύπωναν επιφυλάξεις για το εισπρακτικό όφελος της πώλησης του ΟΠΑΠ και μάλιστα σε εποχές με πολύ μεγαλύτερη χρηματιστηριακή αξία για την επιχείρηση.
Θα περίμενε κανείς λοιπόν να κατατάσσεται και ο κ. Τσίπρας στους «λογικούς», αφού θεωρεί ξεπούλημα την πώληση του ΟΠΑΠ στην τιμή των 500 εκ. ευρώ (πρόβλεψη ΤΑΙΠΕΔ). Το ποσό αυτό υπερβαίνει τα έσοδα του κράτους από μερίσματα τα τελευταία 4 μόνο χρόνια. Αξίζει να προστεθεί εδώ ότι δεν αναμένεται περίοδος ισχνών αγελάδων για τον ΟΠΑΠ, αφού τα κέρδη του το πρώτο εξάμηνο του 2012 παραμένουν στα περσινά επίπεδα παρά την κρίση.
Πτώση της μετοχής
Στις 19/9 το υπουργείο Οικονομικών ανακοινώνει ότι έχει έρθει σε συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τη φορολογία των παιγνίων που διεξάγονται από τον ΟΠΑΠ. Η ανακοίνωση προβλέπει υψηλή φορολόγηση, που προκαλεί ανασφάλεια για τη μελλοντική κερδοφορία του ΟΠΑΠ και η μετοχή κατακρημνίζεται από τα 5,3 ευρώ στα 4 σε λίγες μέρες. Το σημαντικότερο πρόβλημα έγκειται στη ενιαία φορολόγηση με 10% των κερδών των παικτών, ενώ πριν ίσχυε κλιμακωτή φορολόγηση. Κέρδη 100 ευρώ δεν φορολογούνταν, ενώ ο φόρος έφτανε σε 15% για κέρδη πάνω από 1.000 ευρώ. Αντίθετα, στις περισσότερες χώρες υπάρχει υψηλό αφορολόγητο. Η ρύθμιση αυτή καθιστά τα παίγνια του ΟΠΑΠ μη ανταγωνιστικά σε σχέση με το στοίχημα στο Ίντερνετ, που δεν φορολογείται το κέρδος. Είναι σαφές ότι έτσι ο ΟΠΑΠ δεν θα έχει (τουλάχιστον άξια λόγου) κερδοφορία.
Ποιος ο λόγος λοιπόν να τον αγοράσει κάποιος; Η απάντηση είναι: κάποιος που προσβλέπει σε βελτίωση των όρων φορολογίας. Θα ήταν βάσιμη μια τέτοια υπόθεση; Ναι, γιατί δεν έχει ανακοινωθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή το περιεχόμενο αυτής της συμφωνίας. Ούτε βέβαια και από το υπουργείο οι διαπραγματεύσεις που οδήγησαν στην ανακοίνωση (ποιος μπορεί να αποκλείσει τις διαπραγματεύσεις να τις έκανε το ΤΑΙΠΕΔ και όχι το υπουργείο;). Επιπλέον, στο κείμενο η «συμφωνία» μετατρέπεται σε άλλο σημείο σε «καταρχήν συμφωνία». Αλλά και στην προκήρυξη του ΤΑΙΠΕΔ για τον διαγωνισμό πώλησης υπάρχει προειδοποίηση προς τους υποψήφιους επενδυτές ότι υπάρχει περίπτωση για αλλαγή στην εθνική ή ευρωπαϊκή σχετική φορολογική νομοθεσία (προειδοποίηση ή κλείσιμο του ματιού;).
Και, σαν να μην έφταναν αυτά, το ΤΑΙΠΕΔ έχει γενικότερες υπερεξουσίες (όπως το δεκαετές απόρρητο), ενώ άλλαξε ξαφνικά και χωρίς εξήγηση το ποσοστό πώλησης από 29% σε 33%. Ακόμη η σύμβαση της άδειας της δεκαετούς επέκτασης παραμένει αδημοσίευτη (όσο κι αν ψάξαμε, δεν τη βρήκαμε).
Τα ερωτήματα πολλαπλασιάζονται από το ότι νομικός σύμβουλος του ΤΑΙΠΕΔ για την αποκρατικοποίηση του ΟΠΑΠ είναι η δικηγορική εταιρεία Freshfield, η οποία συγχρόνως εκτελεί χρέη νομικού συμβούλου της αγγλικής εταιρείας διαδικτυακού στοιχηματισμού Betfair, η οποία είναι ένας από τους βασικούς ανταγωνιστές του Οργανισμού και έχει προσβάλει μαζί με άλλες εταιρείες στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή το μονοπώλιο του ΟΠΑΠ και τον νόμο για τη ρύθμιση της αγοράς παιγνίων.
Με βάση όλα τα παραπάνω και με δεδομένο ότι η κάθε είδους αντιπολίτευση πρέπει να ασκεί έλεγχο στην κυβέρνηση, δεν μοιάζει με κυνήγι φαντασμάτων η ανησυχία του Τσίπρα για τον τρόπο πώλησης του ΟΠΑΠ (ας ξεκαθαρίσουν τουλάχιστον το θεσμικό πλαίσιο πριν από την πώληση).
Κοινωνικές προεκτάσεις
Η Αριστερά δεν πιστεύει ότι όλα στον ΟΠΑΠ είναι καλώς καμωμένα, όμως δεν ευθύνεται αυτή για τα στραβά. Θα πρέπει πάντως να τονιστεί η σημασία του κρατικού ελέγχου του ΟΠΑΠ για δύο ακόμη λόγους. Πρώτον, οι τεράστιες χορηγίες και δωρεές σε πολιτισμό, αθλητισμό και υγεία (ενδεικτικά, 213 εκατ. τα τελευταία τρία χρόνια), οι οποίες με την ιδιωτικοποίηση απειλούνται. Δεύτερον, η επιχείρηση ελέγχει ένα μεγάλο μέρος του τζόγου στην Ελλάδα, χώρα με μεγάλο πρόβλημα εθισμού στον τομέα αυτό, ειδικά σε μικρές ηλικίες και εν μέσω κρίσης. Μπορεί κανείς να φανταστεί αυτή την επιχείρηση-γίγαντα απαλλαγμένη από τον έλεγχο του κράτους (η νεοσυσταθείσα Επιτροπή Ελέγχου είναι υποστελεχομένη και υποχρηματοδοτούμενη) να έχει μοναδικό σκοπό τη μεγιστοποίηση της κερδοφορίας;
Μπορούν, αυτοί που έχουν εμμονές με την αγορά και βλέπουν παντού κρατικά φαντάσματα. Όμως στις περισσότερες «μεγάλες» χώρες έχουν τη στοιχειώδη λογική και οι ανάλογες επιχειρήσεις είναι υπό κρατικό έλεγχο.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου