Καζάνι που βράζει πρωτού... εκραγεί, θυμίζει λίγες εβδομάδες πριν την κατάθεση δεσμευτικών προσφορών, η διαδικασία ιδιωτικοποίησης του ΟΠΑΠ.
Από την μία πλευρά, η διοίκηση του Οργανισμού δέχεται ασφυκτική πίεση από την Intralot, προκειμένου να προχωρήσει στην υπογραφή νέας σύμβασης για τη διαχείριση των τεχνολογικών συστημάτων.
Κι από την άλλη, η πλειονότης των ενδιαφερόμενων για την ιδιωτικοποίηση επενδυτών (όσων δεν παραμένουν απλώς τυπικά στη διαδικασία) διατυπώνει σε όλους τους τόνους τη θέση ότι δεν πρέπει να υπογραφεί καμία νέα σημαντική σύμβαση, προκειμένου ο επόμενος βασικός μέτοχος να πάρει ο ίδιος τις αποφάσεις που θα προκαθορίσουν την μελλοντική πορεία του Οργανισμού. Σε άλλη περίπτωση, προειδοποιούν, ο διαγωνισμός θα εξελιχθεί σε παρωδία με εξαιρετικά δυσάρεστες συνέπειες.
Οι ίδιοι επισημαίνουν, ότι τελικά η λήψη των αποφάσεων που θα διασφαλίσουν την ομαλή πορεία της ιδιωτικοποίησης δεν αφορά μόνον τη διοίκηση του Οργανισμού, υπό τον Κώστα Λουρόπουλο, αλλά –ενδεχομένως πρώτιστα- την διοίκηση του ΤΑΙΠΕΔ, δηλαδή τον κ. Τάκη Αθανασόπουλο και τον κ. Γιάννη Εμίρη, που εκπροσωπούν το ελληνικό κράτος.
Από την μία πλευρά, η διοίκηση του Οργανισμού δέχεται ασφυκτική πίεση από την Intralot, προκειμένου να προχωρήσει στην υπογραφή νέας σύμβασης για τη διαχείριση των τεχνολογικών συστημάτων.
Κι από την άλλη, η πλειονότης των ενδιαφερόμενων για την ιδιωτικοποίηση επενδυτών (όσων δεν παραμένουν απλώς τυπικά στη διαδικασία) διατυπώνει σε όλους τους τόνους τη θέση ότι δεν πρέπει να υπογραφεί καμία νέα σημαντική σύμβαση, προκειμένου ο επόμενος βασικός μέτοχος να πάρει ο ίδιος τις αποφάσεις που θα προκαθορίσουν την μελλοντική πορεία του Οργανισμού. Σε άλλη περίπτωση, προειδοποιούν, ο διαγωνισμός θα εξελιχθεί σε παρωδία με εξαιρετικά δυσάρεστες συνέπειες.
Οι ίδιοι επισημαίνουν, ότι τελικά η λήψη των αποφάσεων που θα διασφαλίσουν την ομαλή πορεία της ιδιωτικοποίησης δεν αφορά μόνον τη διοίκηση του Οργανισμού, υπό τον Κώστα Λουρόπουλο, αλλά –ενδεχομένως πρώτιστα- την διοίκηση του ΤΑΙΠΕΔ, δηλαδή τον κ. Τάκη Αθανασόπουλο και τον κ. Γιάννη Εμίρη, που εκπροσωπούν το ελληνικό κράτος.
«Λάδι στη φωτιά» της αντιπαράθεσης έριξαν τις τελευταίες ημέρες ορισμένα στοιχεία από την επίσημη παρουσίαση του ΟΠΑΠ προς τους επενδυτές, εκ των οποίων προκύπτει σαφές ενδεχόμενο δέσμευσης του νέου μετόχου με συμβόλαια εξαιρετικά πλουσιοπάροχα για τον προμηθευτή, σε σχέση με τους όρους της διεθνούς αγοράς, Κι όλα αυτά, σε μια περίοδο μεγάλης υποχώρησης της κερδοφορίας.
Οσοι παρακολουθούν τις διεργασίες των τελευταίων εβδομάδων υποστηρίζουν πως η διοίκηση της Intralot προσπαθεί με κάθε τρόπο να αποφύγει μια ολιγόμηνη παράταση της υφιστάμενης σύμβασης η οποία λήγει τον Ιούλιο.
Αντιθέτως, θεωρεί πως εκμεταλλευόμενη την πίεση του χρόνου (η παλαιά σύμβαση λήγει τον Ιούλιο και η νέα προσφορά της που υπεβλήθει στα πλαίσια του γνωστού διαγωνισμού έχει ισχύ μέχρι τις αρχές Απριλίου) μπορεί να πετύχει την υπογραφή νέου πολυετούς συμβολαίου, (3+2 έτη) με απώτερο στόχο να «δέσει πισθάγκωνα» τον ΟΠΑΠ, ενόψει και των νέων παιχνιδιών που θα αναπτύξει ο Οργανισμός.
Η πρόταση της Intralot και οι αντιδράσεις
Γι' αυτό και πιέζει για άμεση απάντηση στην πρόταση για νέο συμβόλαιο που έχει στείλει ήδη στη διοίκηση του ΟΠΑΠ. Στην πρόταση αυτή φέρεται να σημειώνει ότι δεν θα δεχθεί επ' ουδενί νέα παράταση, αλλά μόνο νέα πολυετή σύμβαση, ενώ αξιώνει και μια σειρά από όρους που αποτελούν «κόκκινο πανί» για τους άλλους διεκδικητές του Οργανισμού.
Ειδικότερα, σύμφωνα με πληροφορίες από έγκυρες πηγές, η εταιρία του κ. Κόκκαλη, φέρεται να εκφράζει σειρά απαιτήσεων σε ότι αφορά το εύρος του αντικείμενου της νέας σύμβασης, που πρακτικά θα επεκτείνουν και παρατείνουν τις συμμετοχές της στα έσοδα του ΟΠΑΠ.
Και ταυτόχρονα, θα «κλειδώνουν» τις επιχειρηματικές και επιχειρησιακές επιλογές του νέου βασικού μετόχου, περά από την τεχνολογία των υφιστάμενων παιχνιδιών, σε νέα συστήματα κομβικά για τα παιγνιομηχανηματα Videolotto (VLTs), τις on-line δραστηριότητες και τα τερματικά των πρακτορείων.
Κάτι τέτοιο όμως, αναφέρουν στελέχη της αγοράς, θα τίναζε τις διαδικασίες ιδιωτικοποίησης στον αέρα.
Από την παρουσίαση της διοίκησης του ΟΠΑΠ καθίσταται σαφές πως από τις νέες business (VLTs, Ξυστό και online παιχνίδια) θα προέλθει η ανάπτυξη της επόμενης δεκαετίας. Γι' αυτό και ορισμένοι από τους διεκδικητές προειδοποιούν ήδη με έμφαση πως μια νέα σύμβαση για το τεχνολογικό σύστημα με παρακλάδια που καλύπτουν τις νέες δραστηριότητες θα ανατρέψει τις ισορροπίες του διαγωνισμού για τον στρατηγικό επενδυτή.
Οχι μόνο διότι θα αποτελεί εμφανή εύνοια προς την Intralot σε βάρος των υπολοίπων ανταγωνιστών, αλλά και διότι δεν θα έχουν καν το περιθώριο να εξετάσουν τη σχέση με το σημερινό πάροχο του οργανισμού, να διαπραγματευτούν αλλαγές ή να προχωρήσουν σε σχέδιο αντικατάστασης στην περίπτωση που θεωρούν μη συμφέρουσες τις σημερινές ισορροπίες. Γι αυτό και προτιμούν σε κάθε περίπτωση να διαπραγματευθούν απ ευθείας με τον Intralot, ως νέοι βασικοί μέτοχοι, όσο στενά κι αν θα είναι τα χρονικά περιθώρια.
Δεν είναι άσχετο με τα παραπάνω, το γεγονός ότι όσοι παρακολούθησαν τις παρουσιάσεις εντυπωσιάστηκαν με το υψηλό κόστος για τον πάροχο τεχνολογίας που ενσωματώνει στις προβλέψεις της η διοίκηση του ΟΠΑΠ.
Τα κοστολογικά στοιχεία που εντυπωσιάζουν
Το τεχνολογικό κόστος περιλαμβάνεται από το 2011 στο κονδύλι «third party outsourcing» το οποίο ανήλθε πέρυσι σε 71 εκατ. ευρώ με έσοδα (Gross Gaming Revenue – GGR) περί το 1,3 δισ. ευρώ. Σχεδόν όλο το κονδύλι οδεύει προς το ταμείο της Intralot που έχει επί χρόνια «μονοπώλιο» στα σημαντικά συμβόλαια του ΟΠΑΠ.
Το 2013, με τα έσοδα να περιορίζονται στα 1,16 δισ. ευρώ και τα κέρδη να βουλιάζουν στα 195 εκατ. ευρώ, οι δαπάνες τεχνολογίας του οργανισμού παραμένουν στα επίπεδα των 71 εκατομμυρίων. Οι τεχνολογικές δαπάνες θα αποτελούν, δηλαδή, όπως έχει ήδη γράψει το Euro2day.gr, περίπου το 6% των εσόδων για το 2013, όταν ο μέσος όρος διεθνώς κινείται μεταξύ 1,2 – 1,6%!
Από την παρουσίαση όμως, προκύπτει πως οι δαπάνες για υπηρεσίες τεχνολογίας από τρίτους θα παραμείνουν υψηλές (μεταξύ 62 και 63 εκατ. ευρώ) για την περίοδο μέχρι το 2022. Προκύπτει, επίσης, πως η Intralot θα διατηρήσει μέχρι τότε και την αμοιβή των 8 – 9 εκατομμυρίων ευρώ ετησίως για τα monitor games και το Go-Lucky.
Ετσι, από πρόχειρους υπολογισμούς, προκύπτει πως π.χ. το 2015 η συνολική δαπάνη του οργανισμού θα φτάνει τα 70 εκατ. ευρώ (62 +8) και θα αντιστοιχεί στο 39% του συνολικού κόστους πωληθέντων (εξαιρουμένης της συμμετοχής του ελληνικού δημοσίου και των αμοιβών πρακτόρων), στο 8,1% των εσόδων από τα επίγεια παιχνίδια και στο 2,5% των συνολικών πωλήσεων (τα συνολικά στοιχήματα που έπαιξαν οι παίκτες) στα επίγεια παιχνίδια.
Στελέχη της αγοράς υποστηρίζουν πως σε διεθνείς ανταγωνιστές του ΟΠΑΠ η αντίστοιχη αμοιβή είναι ποσοστό επί των πωλήσεων και συνήθως το ποσοστό έχει ως πρώτο ψηφίο το μηδέν (π.χ. 0,5% - 0,9%) όταν στον οργανισμό φτάνει το 2,5%.
Σημειώστε πως στους υπολογισμούς δεν συμπεριλαμβάνονται τα περίπου 30 εκατ. ευρώ ετησίως που, σύμφωνα με την παρουσίαση, θα δαπανηθούν την περίοδο 2017 - 2020 για αγορά/αντικατάσταση των τερματικών στα πρακτορεία για τα υφιστάμενα επίγεια παιχνίδια.
Με λίγες επιπλέον προσθαφαιρέσεις, αναφέρουν αναλυτές, μπορεί κάποιος να εντοπίσει και το τίμημα που φέρεται να ζητεί η διοίκηση της Intralot για τη νέα πολυετή σύμβαση: Εκτιμάται σε περίπου 29 εκατ. ευρώ, στα οποία όμως πρέπει να προστεθούν τα 22 εκατ. ετησίως από τη συμφωνία επί Γ. Σπανουδάκη για τη υποστήριξη και διασύνδεση των υφισταμένων τερματικών με το κεντρικό σύστημα (παλαιό ή νέο), αλλά και το 8% ετησίως από τα συνολικά έσοδα των monitor games και Go-Lucky. Σύνολο πάνω από 60 εκατ. ευρώ, ή όπως σχολίασε καυστικά στέλεχος της αγοράς «Καθόλου άσχημη συγκομιδή σε μια περίοδο που ο ΟΠΑΠ θα έχει μειωμένη κερδοφορία κι ετοιμάζεται να αλλάξει ιδιοκτήτη».
Οι πιέσεις αναμένεται να ενταθούν τις επόμενες ημέρες και καθώς πλησιάζει η ημερομηνία λήξης της προσφοράς που έχει καταθέσει η Intralot. Οι τελικές αποφάσεις θα ληφθούν δε σχεδόν ταυτόχρονα με την κορύφωση των διεργασιών για το νέο ιδιοκτήτη του οργανισμού.
Με ευθύνη βεβαίως όχι απλά της διοίκησης του Οργανισμού αλλά και του ΤΑΙΠΕΔ, υπό την υψηλή εποπτεία του οποίου διεξάγεται η όλη διαδικασία, προκειμένου να μεγιστοποιηθεί το όφελος του Δημοσίου, αλλά και να δοθεί σήμα αξιοπιστίας στην τρόικα ως προς την πορεία των ιδιωτικοποιήσεων.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου